2009/04/03

Η ψυχοθεραπευτική εμπειρία του Γρηγόρη, 27 ετών.


«Ξεκίνησα ψυχοθεραπεία πριν αρκετά χρόνια, θέλοντας να βρω τρόπους να στηρίξω ένα φίλο που υπέφερε από ένα μείγμα κατάθλιψης και επιθετικότητας. Αυτή ήταν η αρχική μου και διάθεση. Στην πορεία κατάλαβα πως εγώ ήμουν αυτός που χρειαζόταν βοήθεια, όχι ο φίλος μου. Ήδη στα πρώτα δύο ραντεβού αυτό ήταν ξεκάθαρο.
Δύο ήταν τα πράγματα που με κράτησαν στη θεραπεία, οι λόγοι που θέλησα να μείνω και να παλέψω με ότι ήταν αυτό που με περίμενε –τότε δεν είχα ιδέα-.
1. Χρόνιο πρόβλημα στύσης.
2. Κρίσεις πανικού.
Η όλη θεραπεία κράτησε περίπου 3-4 χρόνια, εννοώ τότε σταμάτησα να βλέπω τον ψυχολόγο μου σε τακτική εβδομαδιαία βάση. Όταν μου είπε «νομίζω η θεραπεία σου εδώ τελείωσε», απορούσα γιατί το λέει αφού εγώ δεν ένιωθα «θεραπευμένος». Αρκετά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησα ότι η θεραπεία άρχισε ακριβώς τότε.
Έτσι ήταν στη δική μου περίπτωση τουλάχιστον. Σαν αυτό το διάστημα να μάζευα υλικό για να το επεξεργαστώ στη συνέχεια – κι ακόμα-.
Είναι μια διαδικασία που άλλοι ονομάζουν διασκεδαστική, άλλοι δημιουργική, άλλοι κουραστική, άλλοι τρομακτική κλπ κλπ. Για ΄μένα ήταν όλα αυτά μαζί και άλλα ακόμα. Με λίγα λόγια: ενδιαφέρουσα.
Συχνά αναρωτιέμαι πως θα ήταν η ζωή μου αν δεν είχα κάνει αυτό το βήμα.
Δεν ξέρω και δεν νομίζω ότι θέλω να ξέρω.
Το σίγουρο είναι ότι δεν θα βρισκόμουν εδώ που βρίσκομαι. Γεωγραφικά και ψυχολογικά.
Είναι τόσο μεγάλος ο όγκος της πληροφορίας που συνειδητοποιείς ότι δεν έχεις επεξεργαστεί μέχρι να μπεις στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Τόσο απύθμενα τα βάθη που αντιμετωπίζεις κοιτώντας μέσα σου. Γιατί νομίζω αυτό είναι τελικά όλο το θέμα. Να κοιτάξεις μέσα σου. Χωρίς κριτική, χωρίς συμφωνίες ή διαφωνίες, μόνο να κοιτάς, να παρατηρείς. Το σκέφτομαι συχνά σαν ένα εξαιρετικά βαθύ πηγάδι πάνω από το οποίο σκύβεις με ρίσκο να χάσεις την ισορροπία σου και να πέσεις – μέσα ή έξω-.
Εκεί έρχεται ο δραστικότερος ρόλος του ψυχοθεραπευτή. Να σε κρατήσει σφιχτά στο χείλος μέχρι που η θέα να ξεκαθαρίσει και να αποκατασταθεί η ισορροπία
Κι όταν γίνει αυτό, αφήνει τα χέρια του από πάνω σου πριν καν το καταλάβεις. Και στέκεσαι εκεί, ασφαλής και ακίνητος, με όλες τις επιλογές μπροστά σου. Βουτάω. Γυρίζω πίσω, μένω στο χείλος; Όποια κι αν είναι η επιλογή, το θέμα είναι ένα και μόνο. Κοίταξες.
Το πώς θα επεξεργαστείς το υλικό στη συνέχεια είναι μόνο δικό σου θέμα και εξαρτάται από την ανάγκη – επιθυμία σου να αποκαταστήσεις τη σχέση σου με τον εαυτό σου και τον κόσμο γύρω σου.
Αν «θεραπεύτηκα» τελικά;
Όχι.
Η ψυχοθεραπεία δεν είναι σέρβις για χαλασμένες μηχανές.
Δεν πας χαλασμένος και φεύγεις διορθωμένος.
Είναι μία διαδικασία δυναμική, διαρκής, εκτός χρόνου και ορίων.
Είναι μία διαδικασία που υποκινεί και παροτρύνει τον καθένα να μετακινήσει το σημείο από το οποίο κοιτάει τα πράγματα. Να «ξεκλειδώσει» τη σκέψη σου και να την ελευθερώσει από εδραιωμένους μηχανισμούς λειτουργίας.
Κι αν αυτή η διαδικασία πετύχει – πράγμα που εξαρτάται εξίσου και από τον θεραπευτή και από τον θεραπευόμενο – τότε έρχεται η στιγμή που δεν σε νοιάζει αν «θεραπεύτηκες». Αυτό που έχει σημασία είναι ότι μπορείς πια να δεις ότι χρόνια ολόκληρα ζούσες σ’ένα κλουβί.
Και το κυριότερο, ότι τα κλειδιά ήταν από την αρχή στην τσέπη σου.»