2009/04/23

Η ψυχοθεραπευτική εμπειρία της Georgia, 29 ετών.


"Η εμπειρία της ψυχοθεραπείας στην περίπτωση μου ξεκίνησε από τον «πάτο», και λέγοντας από τον πάτο εννοώ ότι είχα πιάσει κυριολεκτικά πάτο.
Εξωτερικά βέβαια όλα ήταν μια χαρά, η υποδειγματική σύζυγος και μητέρα, η καλή οικογένεια κτλ. κτλ. Κάλυπτα την μοναξιά, την ανασφάλεια και την απόγνωσή μου με όλων των ειδών τα περιτυλίγματα στα μάτια «του κόσμου» και τα δικά μου. Φυσικά και δε θα επέτρεπα ποτέ και σε κανέναν να δει ότι γονάτισα, πολύ δε περισσότερο σε αυτούς που θα χαίρονταν να δουν κάτι τέτοιο. Στην ουσία όμως η ζωή μου διαλυόταν, και δυστυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά. Από την αθλιότητα και το χάος, στην ευθύνη της μητρότητας σε εφηβική σχεδόν ηλικία και πιο πολύ απ’ όλα, και πάνω απ’ όλα, η μοναξιά. Ναι, ήταν δύσκολη πορεία ή τουλάχιστον αρκετά δύσκολη για να την παλέψει κανείς μόνος του.
Όταν έφτασα στο γραφείο του ψυχολόγου, βρισκόμουν κάπου μεταξύ κλάματος, κενού και απορίας. Μεγάλα γιατί που διαισθανόμουν ότι έπρεπε να λύσω για να μπορέσω, έστω και υποτυπωδώς, να συνεχίσω. Όχι πως με ενδιέφερε και πολύ, αλλά η πιθανότητα να σύρω τα παιδιά μου στο βυθό που βούλιαζα εγώ με έκανε να νιώθω υποχρεωμένη να συνεχίσω και μάλιστα να συνεχίσω αξιοπρεπώς και με κέφι. Συναισθηματικά είχα πιάσει «νεκρό», παρακολουθούσα τη ζωή μου ως θεατής και ότι κι αν συνέβαινε, καλό ή κακό, λίγο ενδιαφέρον μου προκαλούσε. Βούλιαζα και δεν ήξερα το γιατί.
Δεν είχα ρομαντικές αντιλήψεις για την ψυχοθεραπεία: η ευχάριστη διαδικασία που τα βρίσκεις με τον εαυτό σου σε μια αναπαυτική πολυθρόνα ήρεμα και χαλαρά και τα συναφή, αλλά δεν την φανταζόμουν και τόσο δύσκολη. Ήταν πραγματικά δύσκολη. Μερικές επισκέψεις θύμιζαν περισσότερο επίσκεψη στον οδοντίατρο παρά στον ψυχοθεραπευτή.
Ήταν απαιτητική διαδικασία, σκεφτόμουν ξανά και ξανά τον ίδιο διάλογο, έψαχνα για μέρες τις απαντήσεις (ακόμα κάποιες τις ψάχνω), χανόμουν στις σκέψεις μου. Ο άνθρωπος που είχα απέναντί μου αμφισβητούσε σχεδόν τα πάντα, μου έθετε ερωτήματα που θεωρούσα αυτονόητα, με προκαλούσε να αρθρώσω με λέξεις πράγματα που ήξερα ήδη, ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα, και κάθε φορά πολύ ήρεμα και πολύ ευγενικά έβαζε και από έναν εκρηκτικό μηχανισμό στις πεποιθήσεις μου.
Για παράδειγμα η πεποίθησή μου ότι «ουδείς εκών κακός», είχε γίνει σκόνη μέσα σε μία συνεδρία. Σήμερα μάλλον ρέπω προς την Καντιανή φιλοσοφία: Οι άνθρωποι είναι ικανοί να πράξουν και το καλό και το κακό και σ’ αυτό παίζει ρόλο τόσο η γνώση, όσο και η βούληση. Το να αναρωτιέμαι γιατί κάνουν το κακό και όχι το καλό είναι εντελώς άσκοπο από πρακτικής απόψεως. Έμαθα απλά να αποφεύγω τους ανθρώπους που εμφανίζουν επαναλαμβανόμενα μοτίβα κακής συμπεριφοράς και αυτό ήταν όλο. Έξω οι παρείσακτοι. Είχα ήδη αρκετά βαρίδια στα πόδια, δε χρειαζόμουν άλλα.
Θεωρώ ότι λίγοι έως ελάχιστοι άνθρωποι μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο που σκέφτομαι. Έχω ακλόνητες αντιλήψεις για κάποια πράγματα και πορεύομαι με αυτές. Ως ένα σημείο αυτό είναι χρήσιμο, γιατί παρέχει έναν οδηγό για τη ζωή. Αρκεί βέβαια τον οδηγό αυτό να μην τον έχουν γράψει άλλοι, εν μέρει ή και συνολικά.
Ο ψυχοθεραπευτής μου εντόπισε πολύ γρήγορα αυτές τις πεποιθήσεις. Με βοήθησε να διακρίνω ποιες απ’ αυτές ήταν δικές μου και ποιες μου τις υπαγόρευε το περιβάλλον που ζούσα. Θεωρούσα αυτονόητα πράγματα που δεν ήταν απαραίτητα ορθά και πιανόμουν στη φάκα του να προσπαθώ να είμαι αυτό που ο περίγυρός μου επέλεξε για μένα, του να καθρεφτίζω αυτό που οι άλλοι περίμεναν από μένα.
Αργότερα ως επιστήμονας το έμαθα καλά αυτό: Το σύστημα πεποιθήσεων που κυριαρχεί σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό το άτομο και όποιος δε συμμορφώνεται είναι με διάφορους τρόπους απορριπτέος. Δεν προσαρμόστηκα, ευτυχώς, τελικά εγώ στο περιβάλλον, αλλά μάλλον προσάρμοσα το περιβάλλον σε μένα, και εννοώ ότι αντί να προσπαθώ να γίνω αρεστή σε έναν περίγυρο που δεν με εξέφραζε και δεν εκτιμούσα, επέλεξα έναν κύκλο ανθρώπων με διαφορετικές αντιλήψεις και διαφορετικά συστήματα αξιών, περισσότερο συναφή στα δικά μου. Επέλεξα ανθρώπους που έχουν ενδιαφέροντα και δουλειές να κάνουν και χαίρονται να παίρνουν και να δίνουν. Τα προβλήματα δεν λύθηκαν, όχι όλα, η αλλαγή είναι μια διαδικασία μακροχρόνια, αλλά τουλάχιστον τώρα δημιουργώ στον εαυτό μου πιο ενδιαφέροντα προβλήματα, πιο παραγωγικά.
Συνειδητοποίησα την αξία της ψυχοθεραπείας από τα αποτελέσματά της. Διήρκεσε περίπου ένα χρόνο και από τότε που ξεκίνησε έως σήμερα, έξι χρόνια μετά, η πορεία μου ήταν αδιάκοπα ανοδική. Όχι επειδή ανακάλυψα κάποια μαγική συνταγή, αλλά μάλλον γιατί έμαθα να διοχετεύω την ενέργεια και το χρόνο μου για το σωστό σκοπό: αυτόν που ικανοποιεί τους στόχους και τις αξίες μου. Νομίζω πως ποτέ δεν ευχαρίστησα τον ψυχοθεραπευτή μου για αυτό (μάλλον γιατί το θεώρησα κι αυτό αυτονόητο). Η αλήθεια είναι ότι ο ρόλος του ήταν κρίσιμος στην όλη διαδικασία. Ήταν το σταθερό σημείο αναφοράς σε ένα πλέγμα σχέσεων που κατέρρεε γύρω μου και μου παρείχε την απαραίτητη υποστήριξη μέχρι να δημιουργήσω καινούργιες.
Στεναχωρήθηκα όταν το ταξίδι της ψυχοθεραπείας τελείωσε. Αναπολώ την αναπαυτική πολυθρόνα που κάποτε μου έμοιαζε με την καρέκλα του οδοντιάτρου και ευελπιστώ να συνεχίσω να βρίσκω ανθρώπους που να κάνουν έξυπνες ερωτήσεις."