2010/02/21


Ένα άλλο παράδειγμα, που θυμίζει την εμπειρία με τον ψυχοθεραπευτή της κυρίας Λ., είχα κι εγώ πολύ πρόσφατα αλλά μου έχει συμβεί και στο παρελθόν με διάφορες άλλες μορφές.


Πρόκειται για μία κυρία την οποία «την κέρδισα», όπως αυτή μου είπε στο πρώτο μας ραντεβού, μέσα από την φωνή μου. Πιο συγκεκριμένα, έλαβα ένα τηλεφώνημα τον περασμένο Αύγουστο για ενημέρωση προώθησης προϊόντος από μία τράπεζα. Είπα πως δεν ενδιαφέρομαι. Μία μέρα αργότερα με πήρε τηλέφωνο για να κλείσουμε ραντεβού. Στην πρώτη μας συνάντηση μου είπε πως εγώ δεν την γνωρίζω αλλά πως αυτή γνωρίζει πολλά για ‘μένα: πως είμαι στα ’40, παντρεμένος και ευτυχισμένος. Πως αγαπώ τη δουλειά μου και πως έχω βοηθήσει πολύ κόσμο.

Της απάντησα πως, με εξαίρεση το τελευταίο που θα το αντιλαμβανόμουν με διαφορετικό τρόπο, είμαι σίγουρος πως ισχύουν όλα αυτά και πως θα αρκούσε κάποιος να με ρωτήσει για να του τα πω με ευκολία – άρα πως δεν μου μαθαίνει τίποτα το καινούργιο.

Ντράπηκε λίγο από την απάντησή μου και βιάστηκε να προσθέσει πως ενώ τα γνωρίζει, δεν έψαξε ποτέ τις πληροφορίες αυτές αλλά θεωρεί πως της δόθηκαν μ’έναν τρόπο μέσα από το «τυχαίο» τηλεφώνημά μας μιας και δουλεύει για την τράπεζα και πιο συγκεκριμένα ακούγοντας τη φωνή μου η οποία της φάνηκε γνωστή.


Αυτό, προσωπικά δεν με εκπλήσσει καθόλου γιατί είμαι σίγουρος πως όλοι οι άνθρωποι έχουμε πολλές στιγμές μέσα στην μέρα μας (εξαιρώ τις στιγμές που μπορεί κάτι να έχει συμβεί και να είμαστε απορροφημένοι) που είμαστε ο εαυτό μας και το δηλώνουμε με μεγαλύτερη αμεσότητα με κάθε μέσο και τρόπο επικοινωνίας. Αυτό βέβαια ισχύει υπό την προϋπόθεση πως ο άνθρωπος είναι ο εαυτό του και δεν κινείται με «ψεύτικο εαυτό» (ή ψεύτικους εαυτούς)!

Πρόσθεσε μάλιστα πως στα χέρια μου αναγνωρίζει τα χέρια του πατέρα της και θεωρεί πως αυτό δεν είναι τυχαίο. Από την φωνή μου επίσης είχε και μία «εικόνα» σαν φωτογραφία για μένα η οποία θεωρεί πως δεν διαψεύδεται καθόλου.

Η αίσθηση του «αυτό το έχω ξαναζήσει» μπορεί να είναι ή τουλάχιστον μοιάζει με το φαινόμενο του déjà-vu ("παραμνησία" από ορισμένους στα ελληνικά) για το οποίο τόσα έχουν γραφτεί και υπάρχουν αρκετές διαφορετικές ερμηνείες.

Προσθέτω σε αυτό το εξής: προφανώς, όπως προκύπτει από το υλικό της ψυχοθεραπεία με την κυρία αυτή, από καιρό είχε διαπιστώσει την ανάγκη της να έρθει σε επαφή με κάποιον Ψ. Ο κυριότερος λόγος που δεν το είχε κάνει, λέει, ήταν το «βάρος» που η ίδια αισθανόταν και από το οποίο για να απελευθερωθεί θεωρούσε πως θα ‘πρεπε να βρει έναν άνθρωπο εμπιστοσύνης για να το «εξομολογηθεί».


Πρακτικά δηλαδή «ήρθε η στιγμή για ‘κείνη» και είχε την ανάγκη να με θεωρήσει σύντομα και άμεσα «άνθρωπο εμπιστοσύνης».

Ήταν μάλιστα και επείγον να το κάνει γιατί σύντομα, φοβόταν πως το μυστικό της θα μαθευόταν και θα την έφερνε σε δεινή θέση απέναντι στην οικογένειά της, γεγονός που πραγματοποιήθηκε σε λίγες μόνο μέρες από την γνωριμία μας!


Η άμεση ανάγκη της να σχετιστεί με κάποιον από τον οποίο θα μπορεί να βρει την απαραίτητη στήριξη και να την αποδεχθεί όπως είναι –πιο εύκολο για κάποιον που δεν την έχει γνωρίσει στο παρελθόν στο οποίο έκανε πράγματα κρυφά για τα οποία δεν είναι διόλου περήφανη- εκπορεύονταν από την ασυνείδητη πρόβλεψή της πως όλοι οι δικοί της άνθρωποι θα την απόδιωχναν όταν θα αποκαλύπτονταν το «πραγματικό της πρόσωπο».

Τότε μάλιστα «θυμήθηκε» κι ένα όνειρο που δεν γνωρίζω αν ποτέ το έζησε πραγματικά! Αφού μπορεί να είναι αποκύημα – σχηματισμός των τωρινών συναισθημάτων της και δεν μπορούσε να το τοποθετήσει παρά πολύ αδρά σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Αυτά και άλλα πολλά που θα είχα να σας διηγηθώ ως ιστορίες σχετικές που μπορεί βέβαια να προβληματίσουν και τους πιο «ορθολογικούς» ανθρώπους.

Βέβαια η άποψή μου είναι πως μπορεί να μην έχουμε απαντήσεις για όλα αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν ως φαινόμενα. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη αξία για την ψυχοθεραπεία είναι το πώς εμείς τα ερμηνεύουμε και πώς τα τοποθετούμε στα κομβικά σημεία της ζωής μας γιατί αυτά με την σειρά τους «νοηματοδοτούν» σχέσεις, σκέψεις, αποφάσεις, στάσεις μας.

Ως αναφορά για τα «χαρίσματα» που αναφέρει η κυρία Λ. στην επιστολή της, όπως απάντησα και στην ίδια, είμαι πολύ πιο φειδωλός.

Όχι πως δεν πιστεύω πως υπάρχουν αλλά πιστεύω πως χρειάζονται σύνεση και διάκριση: ένα όργανο στα χέρια ενός μουσικού μπορεί να βγάλει μουσική ενώ το ίδιο όργανο στα χέρια ενός ανίδεου το πολύ-πολύ να κάνει θόρυβο!


Αυτά (πάλι) με τα όνειρα!