2009/04/09

Η ψυχοθεραπευτική εμπειρία της Τόνια, 26 ετών.



"Κλάμα , πόνος, απόγνωση. Όλα είναι ματαιότης κι ανεμοσκορπίσματα..
Ματαίωση από όλους κι από όλα, εγκεφαλικό χάος, συναισθηματικό αδιέξοδο. Κατάθλιψη.
Συναισθήματα και σκέψεις κρυμμένα σε ένα πολύ φυσιολογικό και νορμάλ, για τα μάτια του κόσμου, των φίλων και της οικογένειας, κορίτσι.
Κι όσο πιο φυσιολογικό και νορμάλ το άτομο, τόσο πιο βαρύ το τίμημα της αποδοχής και της αναγνώρισης…

-Παιδιά, καταρρέω!
Άλλοι με ρωτούσαν με απορία:
-Τι σου λείπει;
Κι ένας καλός φίλος , μου είπε, χαριτολογώντας :
-Ένα χέρι ξύλο θες, για να στρώσεις!
Κατάλαβα τότε εγώ, πως οι φίλοι, ευτυχώς που υπάρχουν, αλλά δεν είναι πάντως καιρού. Έπρεπε να προσπαθήσω μόνη μου…
Κουβαλούσα ένα σωρό αποσκευές στην ψυχή και στο μυαλό μου και το ταξίδι, ήταν ανηφόρα. Βαλίτσες, τα θέλω και οι προσδοκίες των γονιών μου. Σεντούκια ολόκληρα, τα θέλω και οι προσδοκίες οι δικές μου… Κι ήταν πραγματικά, δικές μου;

Δεν είχα ταμπού, στο το να ζητήσω βοήθεια. Ήμουν εξοικειωμένη με την ιδέα, λόγω περιβάλλοντος. Έψαξα κλαίγοντας, σχεδόν απελπισμένη... Βρήκα ένα τηλέφωνο, πήρα αμέσως. Δεν έπαιρνε αναβολή. Είχα κουραστεί, από αυτόν τον εαυτό μου, γιατί το ήξερα, πως υπήρχε κι άλλος, που μου άρεσε, μόνο που εμφανιζόταν πολύ σπάνια...

Στην αρχή οι συναντήσεις ήταν διερευνητικές, νομίζω. Ένιωθα ανασφάλεια και καχυποψία. Μερικές φορές, ξέχναγα πως εγώ είχα πάει και τον είχα βρει, νόμιζα πως ήταν ένας πλασιέ, που είχε χτυπήσει την πόρτα μου και μου έκανε ενοχλητικές ερωτήσεις…
Αυτά τα συναισθήματα και οι σκέψεις, με εγκατέλειψαν γρήγορα. Νομίζω, όταν κατάλαβα, πως ήταν εξυπνότερος από μένα κι όταν ένιωσα, πως ήταν καλός άνθρωπος. Μάλλον από το βλέμμα του, κάποια φόρα που έκλαιγα. Εδώ θα μπορούσα να μιλήσω για χημεία μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου. Πέρα από την επαγγελματική σχέση, είναι μια σχέση ανθρώπινη που αν σε απωθεί ή σε δυσκολεύει ακόμα και η φυσιογνωμία του άλλου, ε, ίσως τα πράγματα είναι λίγο, έως πολύ, πιο δύσκολα.
Είπα πως ήταν πιο έξυπνος από μένα και νιώθω, πως πρέπει να το εξηγήσω.
Είχα περάσει πολλά χρόνια διαβάζοντας βιβλία ψυχολογίας, συζητώντας με ενδιαφέροντες ανθρώπους, περπατώντας στο μονοπάτι της αυτογνωσίας, με διάφορους τρόπους.
Είχα όμως τώρα βρεθεί μπροστά σε έναν τοίχο, τόσο καλά χτισμένο, που δεν είχε υπήρχε άνοιγμα, για να τον περάσω. Οι γνώσεις μου, δεν μπορούσαν να με βοηθήσουν να δω τη λύση.. Ήμουν συναισθηματικά μπλοκαρισμένη.
Οι θεωρίες των βιβλίων και των άλλων ανθρώπων δεν μπορούσαν να με ξεκλειδώσουν. Χρειαζόμουν έναν αντικειμενικό ακροατή, που δεν θα φορτιζόταν συναισθηματικά, όπως οι φίλοι μου, από αυτά που θα άκουγε και με την επιστημονική του γνώση, σε συνδυασμό με τη διαίσθησή του, θα με ρωτούσε αυτά που εγώ, δεν τολμούσα. Θα με πήγαινε από μονοπάτια που μόνη, είτε φοβόμουν, είτε πονούσα να διαβώ.

Από τις συνεδρίες έβγαινα άλλοτε ευτυχισμένη, άλλοτε δυστυχισμένη κι άλλοτε απλά ήρεμη. Γρήγορα συνειδητοποίησα πως οι αιτίες που μου προκαλούσαν δυστυχία , απλά υπήρχαν.

Το παρελθόν δεν μπορούσε να αλλάξει. Έπρεπε να αποδεχτώ και να δω το πραγματικό μέγεθος των γεγονότων, που ίσως πριν υπερμεγέθυνα. Είχα και μια δύσκολη δουλειά να κάνω. Να σταματήσω την επανάληψη.
Παράλληλα με την ψυχοθεραπεία, ζούσα. Και προέκυπταν πέρα από τα βάρη του παρελθόντος, καινούρια ζητήματα. Έπρεπε να μάθω να βάζω όρια. Όρια με την οικογένεια, όρια στη δουλειά, όρια σε όλες μου σχέσεις. Έπρεπε να προστατεύσω εμένα. Όχι αυτό που θα ήθελα να είμαι, ή αυτό που οι άλλοι νόμιζαν ότι είμαι, μα αυτό που πραγματικά είμαι.
Έπρεπε όμως πρώτα, να βρω αυτό που πραγματικά είμαι. Είναι δύσκολο, ίσως ακατόρθωτο, το να προστατεύσεις κάτι, που δεν ξέρεις τι είναι. Ήταν επίσης πολύ δύσκολο να αποδεχτώ και να αγαπήσω την ύπαρξή μου. Είχα μάθει να ζητάω, μόνο από τους άλλους, να με αγαπήσουν και να με αποδεχτούν. Εγώ δεν μπορούσα. Ίσως και να μην έβρισκα το λόγο, ίσως, να μην άξιζα τον κόπο, να με αγαπώ.
Η ανασφάλεια με είχε κυριεύσει.
-Πες μου τα καλά σου, μου είπε μια μέρα ο ψυχολόγος κι έμεινα εγώ ενεός, στήλη άλατος. Δεν έβρισκα, ούτε ένα!
Άρχισα να ψάχνω με μανία. Πάλι δεν έβρισκα. Ίσως είχε έρθει η ώρα, να αλλάξω, αυτά που δεν μου άρεσαν σε μένα. Είχε έρθει η ώρα, να με μεταμορφώσω σ΄ αυτό που ήθελα, παίρνοντας σαν βάση αυτό που ήδη είχα.
Σαν να γύρισα σπίτι και έπρεπε να μαγειρέψω, με τα λίγα που βρήκα στο ψυγείο, ένα φαγητό της αρεσκείας μου. Γιατί αυτό το γεύμα, θα το έφτιαχνα αρχικά, μόνο για μένα.

Ο κύκλος της ψυχοθεραπείας κράτησε δύο σχεδόν χρόνια. Και λέω κύκλος, γιατί αν και έχω σταματήσει τώρα, σχεδόν 9 μήνες, ξέρω πως ίσως θελήσω να επιστρέψω, για θέματα που εκκρεμούν ή θέματα που προκύπτουν.
Βρήκα πράγματα που ίσως καν να μην έψαχνα, κι άλλα που τα έψαχνα τοποθετήθηκαν στη θέση τους, έφυγαν από το πρώτο πλάνο.
Το σκοτάδι και η απόγνωση δεν επέστρεψαν ποτέ ,τουλάχιστον όχι με την κυρίαρχη μορφή, που είχαν άλλοτε. Μόλις τελείωσαν οι συναντήσεις, ένιωθα δυνατή, υπήρχε όμως κι ένα αίσθημα απώλειας στήριξης.
Ένιωθα να μου λείπει το εργαλείο ανάλυσης, που με βοηθούσε κοντά δυο χρόνια. Άρχισα να φυτεύω λουλούδια και μυρωδικά, ξεκίνησα βόλτες στη φύση και τώρα προσπαθώ με τον διαλογισμό να ησυχάσω το νου μου. Πάντως προχωράω. Αν και η αλλαγή δεν είναι σε μένα τρομερά εμφανής, οι γύρω μου λένε, πως έχω γίνει παιδάκι και πως έχω γλυκάνει.

Τα προβλήματα που άλλοτε φάνταζαν ανυπέρβλητα, πήραν τώρα τη μορφή δοκιμασιών, που έχουν σίγουρα λύση και έξοδο.
Κάποιες βαλίτσες έμειναν πίσω και το βάρος περιορίστηκε. Στόχος μου είναι το να υπάρχω ανάλαφρη και νομίζω, πως βρίσκομαι στο σωστό δρόμο."